Ιστορίες ανθρώπων, Mirupafsim

1992 Νοέμβριος,
Το 1992 ο μπαμπάς μου αποφασίζει να φύγει από την Αλβανία και να έρθει στην Ελλάδα για μια καλύτερη ζωή. Ξεκίνησε το ταξίδι του με τα πόδια. Περπατούσε δέκα μέρες μέχρι να φτάσει στα σύνορα και άλλες τόσες μέχρι την Νάουσα, που ήταν ο προορισμός του. Το ταξίδι του ήταν δύσκολο γιατί ήταν χειμώνας και είχε κρύο, δεν είχαν που να κοιμηθούν, δεν είχαν φαγητό, εκτός από λίγο ψωμί και κρεμμύδια που έβρισκαν στα χωράφια.

Κάποια μέρα πήγε να περάσει ένα ποτάμι κι εκεί κινδύνευσε να πεθάνει, γιατί το ποτάμι ήταν βαθύ και το ρεύμα πολύ δυνατό. Μετά από μεγάλη ταλαιπωρία έφτασε στη Νάουσα κι εκεί τον περίμεναν κάποιοι φίλοι του και του έδωσαν δουλειά στα ροδάκινα. Μετά από καιρό και αφού είχε αρχίσει να μαθαίνει σιγά-σιγά τη γλώσσα ξεκίνησαν για την Ηλεία. Περπάτησαν αρκετά και μετά πήραν το λεωφορείο και ήρθαν στην Κρέστενα. Ένας φίλος τους τότε τους είπε για ένα χωριό που το έλεγαν Φρίξα. Όταν έφτασαν στο χωριό ήταν φοβισμένοι και ταλαιπωρημένοι. Περίμεναν να δουν τι θα αντιμετωπίσουν, αλλά οι άνθρωποι εκεί τους δέχθηκαν πολύ καλά, τους έδωσαν φαγητό, ρούχα και τους πήγαν να κοιμηθούν  σε ένα παλιό και ερειπωμένο σπίτι έξω από το χωριό. Μετά από λίγες μέρες τους βρήκαν και δουλειά σε ένα ελαιοτριβείο και σιγά-σιγά και αφού γνωρίστηκαν με τους ανθρώπους εκεί άρχισαν να τους παίρνουν σαν εργάτες σε διάφορες δουλειές.  Έτσι ο πατέρας μου αφού εγκαταστάθηκε μόνιμα στο χωριό, έφερε και τη μητέρα μου μετά από δύο χρόνια. Σε αυτά τα χρόνια μάζευε ελιές και σιγά – σιγά αγόρασε κι αυτός δικιά του γη και συνεχίζει έτσι να τη δουλεύει ακόμα.
Οι γονείς μου είναι στην Ελλάδα 23-24 χρόνια και είναι σε θέση να ζουν καλά πια. Τώρα πια είναι μόνιμοι και έχουν χαρτιά. ο πατέρας μου έχει γνωρίσει πολύ κόσμο στην περιοχή και εργάζεται ακόμη σαν αγρότης. Ο πατέρας μου λέει πως ήταν τυχερός που ήρθε και εγκαταστάθηκε στη Φρίξα, γιατί μπόρεσε να μαζέψει λεφτά και να ζήσει μια πολύ καλύτερη ζωή.  

Μάριο Μπάρδι

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου